Τι είναι η διαμεσολάβηση
Η δικαστική επίλυση διαφορών είναι δαπανηρή, ψυχοφθόρα και χρονοβόρα με τις διαμάχες να μην επιλύονται πριν την πάροδο μηνών ή και ετών, χωρίς να διασφαλίζεται ότι η τελική ετυμηγορία θα ικανοποιεί τα αντίδικα μέρη. Πολλές φορές, αυτό που επιδιώκουν τα μέρη δεν μπορεί να επιτευχθεί διά της δικαστικής οδού, ενώ η διαδικασία της διαμεσολάβησης επιτρέπει να εντοπιστούν καίρια σημεία και ζητούμενα, η δε ευελιξία της διαδικασίας δίνει χώρο σε δημιουργικές και περιεκτικές λύσεις.
Η διαμεσολάβηση, που συνιστά τη δημοφιλέστερη μορφή Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών, είναι μία από τις ταχύτερες και πλέον οικονομικές μεθόδους προς επίτευξη ενός ικανοποιητικού αποτελέσματος για αμφότερα τα μέρη μίας διαφοράς, εξού και επιλέγεται όλο και συχνότερα, κυρίως προς επίλυση εμπορικών διαμαχών.
Σκοπός και αντικείμενο της δουλειάς του πιστοποιημένου διαμεσολαβητή είναι να βρει μια λειτουργική λύση, με την οποία να είναι σύμφωνα και τα δύο μέρη και να επιτευχθεί συμβιβασμός, ώστε να μη χρειαστεί να προσφύγουν στα δικαστήρια για την τελική ετυμηγορία. Ο διαπιστευμένος διαμεσολαβητής επιλέγεται από κοινού από τα μέρη και οφείλει να είναι ουδέτερος και αμερόληπτος. Πριν λάβει χώρα η συνάντηση για τη διαμεσολάβηση, πρέπει να σταλούν στον διαμεσολαβητή όλες οι λεπτομέρειες αναφορικά με τη διένεξη, ώστε να διασφαλιστεί η πλήρης ενημέρωσή του και η από πλευράς του κατανόηση των θέσεων και των επιθυμιών αμφότερων των μερών.
Η διαδικασία της διαμεσολάβησης είναι πλήρως εμπιστευτική και μπορεί να βοηθήσει να αποφευχθεί η ανεπιθύμητη δημοσιότητα που συχνά προκύπτει, όταν μία υπόθεση φέρεται ενώπιον των δικαστηρίων. Οι διακανονισμοί που λαμβάνουν χώρα κατά τη διαμεσολάβηση δεν λογίζονται ως δικαστικό προηγούμενο για μελλοντικές διαφορές με παρόμοιες περιστάσεις και, στην αδόκητο περίπτωση που η διαμεσολάβηση δεν επιτύχει και τελικά η διαφορά οδηγηθεί στα δικαστήρια, οι τυχόν παραχωρήσεις που έγιναν στο πλαίσιο της διαδικασίας της διαμεσολάβησης δεν αποκαλύπτονται και δεν λαμβάνονται υπόψη.
Με τη βοήθεια του πιστοποιημένου διαμεσολαβητή και την υποστήριξη των νομικών τους παραστατών, τα μέρη προτρέπονται και διευκολύνονται να συζητήσουν ως προς τη διαφορά τους, να διαπραγματευτούν και να οδηγηθούν σε μια κοινώς αποδεκτή συμφωνία. Η διαδικασία λαμβάνει χώρα σε ένα παντελώς ασφαλές και εμπιστευτικό περιβάλλον, όπου τίποτα από αυτά που λέγονται ή γίνονται δεν μπορεί να προκαταλάβει αρνητικά τη θέση των μερών, εφόσον αποδειχθεί αδύνατον να επιτευχθεί συμβιβασμός και η προσφυγή στα δικαστήρια καταστεί αναγκαία.
Τι ισχύει στην Ελλάδα
Μετά τη θέση σε ισχύ του Ν. 4640/2019 τα δεδομένα αναφορικά με τον θεσμό της διαμεσολάβησης στην χώρα μας άλλαξαν πλήρως ανάγοντας τον από επικουρικό σε βασικό εργαλείο επίλυσης των διαφορών. Συγκεκριμένα, προβλέπεται ότι στη διαδικασία της διαμεσολάβησης μπορούν να υπαχθούν αστικές και εμπορικές διαφορές, εθνικού ή διασυνοριακού χαρακτήρα, υφιστάμενες ή μέλλουσες, εφόσον τα μέρη έχουν την εξουσία να διαθέτουν το αντικείμενο της διαφοράς, σύμφωνα με τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου. Πριν από ενδεχόμενη προσφυγή στο Δικαστήριο, ο πληρεξούσιος δικηγόρος υποχρεούται, πλέον, να ενημερώσει τον εντολέα του εγγράφως για τη δυνατότητα διαμεσολαβητικής διευθέτησης της διαφοράς ή μέρους αυτής, καθώς και για την υποχρέωση προσφυγής στην αρχική συνεδρία και τη διαδικασία αυτής, όταν και ως ορίζεται στα άρθρα 6 και 7 του Νόμου. Το ενημερωτικό έγγραφο συμπληρώνεται και υπογράφεται από τον εντολέα και τον πληρεξούσιο δικηγόρο του και κατατίθεται με το εισαγωγικό δικόγραφο της αγωγής που τυχόν ασκηθεί επί ποινή απαραδέκτου αυτής.
Στο άρθρο 6 του ως άνω Νόμου ορίζονται οι διαφορές που υπάγονται στην Υποχρεωτική Αρχική Συνεδρία Διαμεσολάβησης. Αυτές είναι :
α) Οι οικογενειακές διαφορές, εκτός από αυτές των περιπτώσεων α΄, β΄ και γ΄ της παραγράφου 1 (διαζύγιο, ακύρωση γάμου, αναγνώριση της ύπαρξης ή της ανυπαρξίας γάμου), καθώς και εκείνες της παραγράφου 2 του άρθρου 592 Κ.Πολ.Δ.(προσβολή πατρότητας, μητρότητας κ.λπ.),
β) Οι διαφορές που εκδικάζονται κατά την τακτική διαδικασία και υπάγονται στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου, αν η αξία του αντικειμένου της διαφοράς υπερβαίνει το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ και Πολυμελούς Πρωτοδικείου, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας,
γ) Οι διαφορές για τις οποίες σε έγγραφη συμφωνία των μερών προβλέπεται και είναι σε ισχύ ρήτρα διαμεσολάβησης.
Στις ανωτέρω περιπτώσεις για το παραδεκτό της συζήτησης της αγωγής που τυχόν θα ασκηθεί, κατατίθεται μαζί με τις προτάσεις της συζήτησης της υπόθεσης πρακτικό της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης.
Κατά τα λοιπά, η διαμεσολάβηση παραμένει μια εθελοντική διαδικασία, που ενθαρρύνεται, ωστόσο, όπως προκύπτει και από τα ανωτέρω, όλο και περισσότερο. Με τη βοήθεια ενός έμπειρου και πιστοποιημένου διαμεσολαβητή, τα πλεονεκτήματα της επίτευξης συμφωνίας δια της διαμεσολάβησης μπορούν να διαφανούν ουσιαστικά, τόσο σε οικονομικό όσο και σε προσωπικό επίπεδο, καθιστώντας την προσφυγή στα δικαστήρια τελευταίο καταφύγιο.
Διαμεσολάβηση Κόστος
Το κόστος της διαμεσολάβησης δεν μπορεί να προϋπολογιστεί σε κάθε περίπτωση. Εξαρτάται από τον χρόνο που θα διαρκέσει η διαμεσολάβηση, από την αξία του αντικειμένου της διαφοράς, από ειδικά αιτήματα του πελάτη(ειδικός χώρος διεξαγωγής).
Το κόστος του διαμεσολαβητή είναι πολύ χαμηλότερο από το κόστος της δικαστικής διαδικασίας.
Μπορείτε να έρθετε σε επικοινωνία μαζί μας για να σας ενημερώσουμε για το κόστος της διαμεσολάβησης σας, και για το κόστος της Υποχρεωτικής Αρχικής Συνεδρίας σε περίπτωση που η διαφορά σας υπάγεται στην υποχρεωτικότητα του νόμου. Επίσης το γραφείο μας διαθέτει αίθουσες διαμεσολάβησης υψηλών προδιαγραφών και αισθητικής ώστε να μην χρειαστεί να δαπανήσετε επιπλέον χρήματα.